Ο Γιώργος Μπαρτζώκας αποτελεί μια από τις πιο εμβληματικές φυσιογνωμίες του σύγχρονου ευρωπαϊκού μπάσκετ. Πρώτος Έλληνας προπονητής που κατέκτησε την EuroLeague το 2013 με τον Ολυμπιακό, έχει αποδείξει ότι συνδυάζει τεχνική γνώση, ψυχραιμία και ηγετική ικανότητα. Παράλληλα, όμως, δεν λείπουν και οι κριτικές, καθώς η διαχείριση κρίσιμων καταστάσεων και οι επιλογές σε καθοριστικά σημεία έχουν προκαλέσει αντιδράσεις.
Η επιστροφή του στον Ολυμπιακό το 2020 σηματοδότησε μια νέα εποχή. Η ομάδα πέρασε από μια περίοδο ανασύνταξης και σταδιακά ανέβηκε ξανά στην κορυφή του ευρωπαϊκού μπάσκετ, με συμμετοχές σε Final Four και σημαντικές διακρίσεις στο εγχώριο πρωτάθλημα. Ο Μπαρτζώκας έχει αναδείξει το ταλέντο παικτών όπως ο Σλούκας, ο Βεζένκοφ και ο Φαλ, ενώ κατάφερε να δώσει αγωνιστική ταυτότητα στον Ολυμπιακό: σκληρή άμυνα, πειθαρχία και κυκλοφορία της μπάλας.
Ωστόσο, η κριτική που δέχεται δεν είναι αδικαιολόγητη. Ένας από τους βασικούς τομείς στους οποίους “χτυπιέται” από μερίδα του κοινού και του Τύπου είναι η διαχείριση των μεγάλων αγώνων. Τελικοί όπως αυτός του 2023 κόντρα στη Ρεάλ Μαδρίτης, όπου ο Ολυμπιακός φάνηκε να “παγώνει” στα τελευταία λεπτά, εγείρουν ερωτήματα για την ψυχολογική ετοιμότητα της ομάδας αλλά και για το coaching σε κρίσιμες στιγμές. Το ίδιο παρατηρήθηκε και σε άλλα ματς που κρίθηκαν στο τελευταίο δίλεπτο, όπου η ομάδα έδειξε αδράνεια ή εμμονή σε μη αποδοτικά σχήματα.
Επιπλέον, ορισμένες επιλογές στο ρόστερ ή στη διαχείριση χρόνου παικτών έχουν προκαλέσει αμφιβολίες. Η χρήση του rotation του Μπαρτζώκα πολλές φορές φαίνεται υπερβολικά περιορισμένη ή βασισμένη σε παίκτες που δεν αποδίδουν στο έπακρο, ενώ νεότερα ταλέντα μένουν στον πάγκο. Αυτό οδηγεί σε φθορά βασικών παικτών μέσα στη σεζόν, κάτι που έχει παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια.
Παρά τις παραπάνω κριτικές, δεν μπορεί να αγνοηθεί η σταθερότητα και η συνέπεια που έχει φέρει ο Μπαρτζώκας στον Ολυμπιακό. Σε ένα περιβάλλον πίεσης, υψηλών προσδοκιών και διαρκούς σύγκρισης με τον Παναθηναϊκό αλλά και τις ευρωπαϊκές υπερδυνάμεις, ο Έλληνας τεχνικός διατηρεί την ομάδα ανταγωνιστική και υπολογίσιμη. Αυτό δεν είναι εύκολο έργο και αποτελεί απόδειξη της προπονητικής του ποιότητας.
Το ήθος και η σοβαρότητά του τόσο εντός όσο και εκτός παρκέ είναι στοιχεία που τον ξεχωρίζουν. Σε μια εποχή όπου οι προπονητές γίνονται συχνά μέρος της τοξικότητας που κυριαρχεί στα social media και στο αθλητικό τοπίο, ο Μπαρτζώκας παραμένει αξιοπρεπής, εκφραστικός και ουσιαστικός. Οι δηλώσεις του για τη σημασία της μόρφωσης, της ψυχραιμίας και της αξιακής ηγεσίας δείχνουν έναν άνθρωπο που βλέπει το άθλημα και τον ρόλο του μέσα από ένα ευρύτερο πρίσμα.