Δυσάρεστα είναι τα νέα που παρουσίασε το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, σε συνέντευξη Τύπου, τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την καταγραφή περιστατικών βίας με ρατσιστικό κίνητρο κατά τη διάρκεια του 2022.
Πρόκειται για την ενδέκατη Ετήσια Έκθεση που δημοσιεύει το Δίκτυο, αποτυπώνοντας τις ποσοτικές και ποιοτικές τάσεις του τοπίου της ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα.
Κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2022, το Δίκτυο κατέγραψε, μέσω συνεντεύξεων με τα θύματα, 74 περιστατικά ρατσιστικής βίας, δύο περισσότερα από το 2021.
Η «κορυφή του παγόβουνου»
Οι ομιλητές ανέφεραν πως οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί και αποτελούν την «κορυφή του παγόβουνου», καθώς τα θύματα αισθάνονται ανασφάλεια να καταγγείλουν τα περιστατικά στις αρχές είτε λόγω φόβου επαναθυματοποίησης είτε γιατί δεν πιστεύουν ότι θα δικαιωθούν.
Επισήμαναν δε, πως τα περιστατικά σχετικά με πριν από έντεκα χρόνια, όταν ξεκίνησε η δημοσίευση των Ετήσιων Εκθέσεων του Δικτύου, είναι μειωμένα και σε αυτό καθοριστικό ρόλο έπαιξε η καταδίκη της Χρυσής Αυγής. Όπως και να έχει, είναι αναγκαία η λήψη μέτρων από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση του φαινομένου της ρατσιστικής βίας, υπογράμμισαν.
Προβληματίζει η ύπαρξη φαινομένων ρατσιστικής βίας στο ενδοσχολικό περιβάλλον, όπως και ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν περιστατικά από ένστολους, δημοσίους υπαλλήλους ή στα σύνορα, ανέφερε η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, καθηγήτρια Μαρία Γαβουνέλη.
Επίσης, περιέγραψε, πως ανησυχητικά είναι μικρά περιστατικά ρατσισμού στην καθημερινότητα των πολιτών, «που δημιουργούν κλίμα για την ανάπτυξη των πιο μεγάλων περιστατικών».
Η αντιπρόσωπος του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, Μαρία Κλάρα Μάρτιν εξήρε το έργο των 52 οργανώσεων που απαρτίζουν το Δίκτυο, καθώς όπως ανέφερε, όχι μόνο αποκαλύπτουν γεγονότα που θα έμεναν στο σκοτάδι, αλλά δουλεύουν με τους επιζώντες, παρέχοντας ψυχολογική στήριξη, νομική βοήθεια και άλλα.
Η κ. Μάρτιν πρόσθεσε πως «το να υπερασπίζεσαι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι έγκλημα», αναφερόμενη σε επιθέσεις ή διώξεις που έχουν γίνει.
Σε 38 περιστατικά στοχοποιήθηκαν ΛΟΑΤKI+ άτομα, σε 33 μετανάστες, πρόσφυγες ή αιτούντες άσυλο, λόγω εθνικής καταγωγής, θρησκείας ή/και χρώματος, σε έναν Έλληνα πολίτη λόγω εθνοτικής καταγωγής (Ρομά) και σε 2 περιστατικά στοχοποιήθηκαν χώροι θρησκείας.
Σε κάποια περιστατικά τα θύματα δέχτηκαν επίθεση για περισσότερους από έναν λόγους, όπως το ότι ήταν πρόσφυγες και ΛΟΑΤΚΙ+ (πολλαπλή ευαλωτότητα). Είκοσι δύο δήλωσαν πως έχουν υποστεί ξανά ρατσιστική βία, σε 39 περιστατικά οι θύτες ήταν περισσότεροι από ένας, ενώ σε 29 ο δράστης ήταν μόνος του.
Τα περισσότερα περιστατικά (39) έλαβαν χώρα στην Αττική. Στην υπόλοιπη επικράτεια, τα περιστατικά εμφανίζουν αρκετά μεγάλη διασπορά. Συγκεκριμένα, καταγράφηκαν περιστατικά σε Θεσσαλονίκη, Λέσβο, Χίο, Κω, Έβρο Καβάλα, Σαμο, Πάτρα, Ρόδο, Σίφνο, Ναύπλιο, Μαγνησία και Πτολεμαΐδα.
31 περιστατικά έλαβαν χώρα σε δημόσιους χώρους, 11 σε δημόσιες υπηρεσίες, 8 σε καταστήματα, 6 σε σπίτια, 6 στο διαδίκτυο, 3 σε Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, 2 σε ΚΥΤ, 2 σε ιερούς χώρους, και από ένα σε τράπεζα, θαλάσσια σύνορα και εργασιακό χώρο.
Σε 33 άτομα ασκήθηκε σωματική βία, σε 25 λεκτική, σε 4 ασέλγεια, σε 2 φθορά ξένης περιουσίας και καταγράφηκαν 10 περιπτώσεις παρενοχλήσεων άλλου τύπου.
Είκοσι έξι άτομα ήταν ηλικίας 18-25, δεκατέσσερα 26-30, οκτώ ανήλικοι (13-17), οκτώ 41-50, πέντε 31-40, τρεις πάνω από 51, και δυο μεικτά (ανήλικοι/ενήλικες)
Όσον αφορά τους δράστες 14 ήταν 18-30, 11 41-50, οκτώ ανήλικοι, οκτώ άνω των 50 χρονών,εφτά μεικτές ηλικιακές ομάδες και έξι 31-40.
Οι 59 ήταν Έλληνες, 5 μεικτά (αλλοδαποί και Έλληνες) και 2 αλλοδαποί. Σε 62 περιστατικά οι δράστες των επιθέσεων που καταγράφηκαν ήταν άνδρες, σε έξι γυναίκες και σε τέσσερα περιστατικά από μικτές ομάδες ανδρών και γυναικών. Σε 2 περιστατικά οι δράστες δεν ήταν ορατοί στα θύματα. Πρόκειται για περιστατικά επιθέσεων κατά ιδιοκτησίας.
Σαράντα ένας από τους δράστες ήταν πολίτες, 15 ένστολοι, 7 δημόσιοι υπάλληλοι, 2 εργοδότες και τα υπόλοιπα περιστατικά ήταν από ομάδες.
Περιστατικά με εμπλοκή Ένστολων ανά έτος (2012-2022)
16,2% το 2012, 26,5% το 2013, 25,9% το 2014, 5,8% το 2015, 6,3% το 2016, 9,8% το 2017, 18,8% το 2018, 17% το 2019, 21,5% το 2020 27,7% το 2021 και 20,2% το 2022.
Άρνηση πρόσβασης στην καταγγελία ανά έτος (2012-2022)
53,2% το 2012, 34,3% το 2013, 46,9% το 2014, 59,3% το 2015, 52,6% το 2016, 21,5% το 2017, 47,8% το 2018, 37%το 2019, 42,9% το 2020, 62,8% το 2021 και 59,5% το 2022.